Αύγουστος και αρχές Σεπτεμβρίου 2021 μπορούν δικαίως να ονομαστούν ως περίοδος ισχυρής αντιπαράθεσης της Ρωσίας στις πρωτοβουλίες της Ουκρανίας που αφορούσαν την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Παρά την κατάληψη της Κριμαίας από τη Ρωσία και τις πολεμικές συγκρούσεις σε ορισμένες περιοχές του Ντόνετσκ και του Λουγάνσκ, η Ουκρανία υλοποίησε σειρά πρωτοβουλιών και έλαβε αρκετά σημάδια υποστήριξης, που φανερώνουν την μη αναστρέψιμη πορεία της χώρας προς το ΝΑΤΟ, την Ε.Ε. και την αποφασιστική έξοδό της από τη ζώνη επιρροής της Μόσχας.
Το πρώτο που ενόχλησε το Κρεμλίνο ήταν η 30η επέτειος ανεξαρτησίας της Ουκρανίας. Παρά τις τιτάνιες προσπάθειες του βορειοανατολικού γείτονα, η Ουκρανία δεν έχει απωλέσει την ανεξαρτησία της και δηλώνει αποφασιστικά τις προθέσεις της για ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Και το ίδιο το γεγονός της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας -που αποτελεί κόκκινο πανί για τη Ρωσία- αλλά και τα γεγονότα που συνόδευαν τους εορτασμούς, προκάλεσαν ένα πλήγμα στις αυτοκρατορικές βλέψεις του καθεστώτος Πούτιν. Η διάσκεψη «πλατφόρμα της Κριμαίας» και η επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στο Κίεβο έδειξε ξεκάθαρα στον φιλοπόλεμο γείτονα ότι η χώρα μας δεν θα συμβιβαστεί με την καταπάτηση των εδαφών της και έχει απόλυτο δικαίωμα να καθορίζει αυτόνομα τα της πίστεως και θρησκείας στην επικράτειά της, εξαρτώμενη μόνο από τη νομοθεσία της και τους Εκκλησιαστικούς Κανόνες.
Και εδώ υπήρξε μια σφοδρή αντιπαράθεση από τη Ρωσία. Η ρωσική διπλωματία και προπαγάνδα όχι μόνον επιχειρούσε να χρησιμοποιήσει την πέμπτη φάλαγγα της για να υπονομεύσει την επίσκεψη Βαρθολομαίου και την διεξαγωγή της «πλατφόρμας της Κριμαίας» αλλά ταυτόχρονα ασκούσε τεράστια πίεση στις χώρες που συμμετείχαν στην διάσκεψη και στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Όπως ξέρουμε ήδη, οι υπονομευτικές ενέργειες του Κρεμλίνου δεν κατάφεραν τον σκοπό τους και όλες οι προγραμματισμένες εκδηλώσεις για τα 30 χρόνια ανεξαρτησίας της Ουκρανίας πραγματοποιήθηκαν. Μετά από λίγο το Κρεμλίνο δέχθηκε και άλλο χτύπημα.
Η συνάντηση των προέδρων των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και Ουκρανίας Βολοντιμίρ Ζελένσκι στη Ουάσιγκτον ανησυχούσε τη Μόσχα από πολύ πριν πραγματοποιηθεί. Δεν υπάρχει κάτι που να τρομάζει περισσότερο το καθεστώς Πούτιν όσο το ενδεχόμενο εισόδου της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Και ο λόγος δεν είναι μόνο το γεγονός ότι νατοικές στρατιωτικές δυνάμεις θα αναπτυχθούν δίπλα στα σύνορα της Ρωσίας αλλά το γεγονός ότι λίγα χιλιόμετρα από τη Μόσχα θα βρίσκεται μια προοδευτική δημοκρατία, που οφείλει να γίνει η Ουκρανία για να μπορέσει να μπει στο ΝΑΤΟ.
Η Μόσχα, η οποία χτίζει για το λαό της μια σύγχρονη μορφή απολυταρχικού κράτους, δεν έχει την ευχέρεια να επιτρέψει δίπλα της την ανάπτυξη ενός ελεύθερου κράτους – το οποίο θα δείξει στους Ρώσους ότι υπάρχει διαφορετικό παράδειγμα, ένα παράδειγμα ελευθερίας και δημοκρατίας. Και για αυτό τον λόγο η Ρωσία πέρασε στην «αντεπίθεση».
Στο Ντόνετσκ και Λουγάνσκ, οι τρομοκράτες των οργανώσεων «λαϊκή δημοκρατία του Ντόνετσκ» και «λαϊκή δημοκρατία του Λουγκάνσκ» ενεργοποιήθηκαν απότομα με ραγδαία αύξηση επιθέσεων και βομβαρδισμών κατά θέσεων του Ουκρανικού στρατού με αποτέλεσμα να αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των θυμάτων μεταξύ των στρατιωτών. Παράλληλα, η ρωσική προπαγάνδα ξεκίνησε πάλι να τρομοκρατεί τον πληθυσμό με δηλώσεις σχετικά με ενδεχόμενη επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας ως «προληπτικό μέτρο» για το ενδεχόμενο εγκατάστασης αμερικανικών δυνάμεων στο έδαφός της.
Υπό αυτό το πρίσμα, μεγάλο ενδιαφέρον προκάλεσε η δήλωση του Πούτιν ότι «η Ρωσία δεν θα επιτρέψει ώστε τα “ιστορικά της εδάφη” να χρησιμοποιηθούν εναντίων της». Η Μόσχα προχώρησε σε απειλές και κατά των ΗΠΑ. Ακούστηκαν απειλές για επαναφορά των πυρηνικών κεφαλών στην Κούβα και την εγκατάσταση στρατού στο νησί, σε απόσταση αναπνοής από τις ακτές των ΗΠΑ.
Η Ρωσία δεν ξέχασε και τις κατηγορίες εναντίον της Ουάσινγκτον ότι προτίθεται να καταστρέψει την ενότητα της Ορθοδοξίας. Η ρωσική προπαγάνδα σε συνεργασία με τη Ρωσική Εκκλησία διαδίδει ανά τακτικά χρονικά διαστήματα «απόψεις» και «πληροφορίες» ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι ελεγχόμενος από την Ουάσινγκτον, η οποία πραγματοποιεί «επιθέσεις κατά της Ρωσικής Εκκλησίας», προκαλεί «σχίσμα στην Ουκρανία» και στην Σερβική Εκκλησία καθώς «προσπαθεί να δώσει αυτοκεφαλία στην Εκκλησία του Μαυροβουνίου».
Και η ίδια η επίσκεψη Ζελένσκι στις ΗΠΑ έγινε αντικείμενο επιθέσεων από τους προπαγανδιστές του καθεστώτος Πούτιν, οι οποίοι επιχείρησαν να την αμαυρώσουν όσο μπορούσαν. Τα μηνύματα που μεταδόθηκαν αφορούσαν καυστικές αναφορές σχετικά με την αναβολή συνάντησης των δύο προέδρων, το «επιχείρημα» ότι οι ΗΠΑ θα «εγκαταλείψουν την Ουκρανία όπως εγκατέλειψαν το Αφγανιστάν» και πως το Κίεβο «δεν έχει τηρήσει κάποιες συμφωνίες που είχε με τις ΗΠΑ».
Όλα αυτά αποδείχθηκαν τίποτα περισσότερο από κούφια λόγια. Η συνάντηση του Ζελένσκι με τον Μπάιντεν πραγματοποιήθηκε. Και ο θρήνος που εν τέλει προκάλεσαν οι υπάλληλοι του Πούτιν το μόνο που αποδεικνύει είναι πως η τρέχουσα διεθνής κατάσταση δεν υπόσχεται στο Κρεμλίνο ηρεμία και ασφάλεια έως ότου η Ρωσία δεν επιστρέψει όλα εδάφη που έχει καταλάβει παράνομα στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους.